Τρίτη 20 Ιουλίου 2021

Η "ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ" ΤΩΝ ΓΥΜΝΑΣΙΩΝ ΛΙΜΝΗΣ ΚΑΙ ΜΑΝΤΟΥΔΙΟΥ

"Προσωπική Ευθύνη"

Μαθητικό περιοδικό των Γυμνασίων Λίμνης (1993-1996, τεύχη 1-9) και Μαντουδίου (1997-1998, τεύχη 10-13), υπό το συντονισμό του φιλόλογου Δημήτρη Μπαρσάκη.

Βραβεύσεις

Πανελλήνιος Διαγωνισμός της εφημερίδας "ΤΑ ΝΕΑ" (1995).

Πανελλήνιος Διαγωνισμός του Ιδρύματος Προαγωγής Δημοσιογραφίας Αθ. Μπότση (1996).

Περιεχόμενα των τευχών

Οι παρακάτω σύνδεσμοι οδηγούν στα περιεχόμενα των αντίστοιχων τευχών, με δυνατότητα ανάγνωσης αρκετών θεμάτων.

Τα τεύχη 1-9 (Γυμνάσιο Λίμνης, 1993-1996)

Τεύχος 1 (Φεβρουάριος 1993)

https://web.archive.org/web/20101229223251/http://www.servitoros.gr/education/cat.php/55/

Τεύχος 2 (Μάρτιος 1993)

https://web.archive.org/web/20110406014119/http://www.servitoros.gr/education/cat.php/57/

Τεύχος 3 (Μάιος 1993)

https://web.archive.org/web/20101229223524/http://www.servitoros.gr/education/cat.php/56/

Τεύχος 4 (Οκτώβριος 1993)

https://web.archive.org/web/20101229223140/http://www.servitoros.gr/education/cat.php/58/

Τεύχος 5 (Μάρτιος 1994)

https://web.archive.org/web/20100729213406/http://www.servitoros.gr/education/cat.php/60/

Τεύχος 6 (Δεκέμβριος 1994)

https://web.archive.org/web/20101229224751/http://www.servitoros.gr/education/cat.php/59/

Τεύχος 7 (Ιούνιος 1995)

https://web.archive.org/web/20101229225216/http://www.servitoros.gr/education/cat.php/61/

Τεύχος 8 (Απρίλιος 1996)

https://web.archive.org/web/20101229224642/http://www.servitoros.gr/education/cat.php/62/

Τεύχος 9 (Μάιος 1996)

https://web.archive.org/web/20101229222634/http://www.servitoros.gr/education/cat.php/63/

Τα τεύχη 10-13 (Γυμνάσιο Μαντουδίου, 1997-1998)

Τεύχος 10 (Απρίλιος 1997)

https://web.archive.org/web/20110106212653/http://www.servitoros.gr/education/cat.php/52/

Τεύχος 11 (Μάιος 1997)

https://web.archive.org/web/20101229222235/http://www.servitoros.gr/education/cat.php/64/

Τεύχος 12 (Απρίλιος 1998)

https://web.archive.org/web/20110314032329/http://www.servitoros.gr/education/cat.php/54/

Τεύχος 13 (Μάιος 1998)

https://web.archive.org/web/20101229224424/http://www.servitoros.gr/education/cat.php/53/

Βλέπε και ΕΚΘΕΣΗ "ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ", ΛΙΜΝΗ 1993.

Πέμπτη 24 Ιουνίου 2021

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΒΕΡΤΟΥΡΑ / ΒΕΡΤΕΡΑ

Σχετικά με το όνομα του χωριού, επικρατεί τοπικά η αντίληψη ότι είναι τουρκικής προέλευσης. Εδώ και μερικές δεκαετίες, μάλιστα, έχει διαδοθεί και αναμασάται άκριτα μια υποτυπώδης λαϊκή ετυμολογία, διατυπωμένη ως εξής: "Όσο για τη λέξη Βέρτουρα, είναι τουρκική και σημαίνει πάρε-δώσε τη σφραγίδα. Πράγματι, γινόταν συνέχεια αλλαγή της σφραγίδας κυριαρχίας του τόπου μεταξύ των Τούρκων αγάδων στο χωριό, ως επικρατέστερων στην περιοχή" (Γ. Τσαούσης 1998, σ. 1528). Και το ακόμη χειρότερο, είναι ότι περί τα μέσα του περασμένου αιώνα, το χωριό μετονομάσθηκε σε Σταυρό (Φ.Ε.Κ. 188Α, 19-8-1954, σ. 1532), με προφανή σκοπό την οριστική εξάλειψη του υποτιθέμενου τουρκικού ονόματος.

Βάσει αδιαμφισβήτητων στοιχείων, όμως, αποδεικνύεται ότι τα περί τουρκικής προέλευσης του ονόματος, πολλώ δε μάλλον τα περί σφραγίδων και αγάδων, ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα. Διότι το χωριό μαρτυρείται με το όνομα Vertera από το 1474 (βλ. E. Balta 1989, σ. 220, 280, 315, 337), στην πρώτη φορολογική απογραφή την οποία διενήργησαν οι Οθωμανοί ευθύς μετά την κατάκτηση της βενετοκρατούμενης Εύβοιας, όπερ σημαίνει ότι υπήρχε ήδη από την περίοδο της Βενετοκρατίας και, ως εκ τούτου, είναι αδύνατον να προέρχεται το όνομά του από την οθωμανική Τουρκική. Το ίδιο ισχύει, άλλωστε, για όλα ανεξαιρέτως τα μαρτυρούμενα στην ως άνω απογραφή χωριά, τα ονόματα των οποίων είναι είτε ελληνικά (στη μεγάλη πλειονότητα) είτε αρβανίτικα είτε λατινογενή αλλά επ' ουδενί τουρκικά.

Το όνομα Βέρτουρα / Βέρτερα, πάντως, ούτε ως ελληνικό ούτε ως αρβανίτικο είναι ερμηνεύσιμο, παρά μόνον ως λατινογενές. Παραπέμπει δε, στο θηλυκού γένους ουσιαστικό vertaura (εκ του avertaura, με απαλοιφή του αρκτικού άτονου φωνήεντος) της βενετικής διαλέκτου, το οποίο σημαίνει άνοιγμα και ειδικότερα άνοιγμα για τη μετάβαση από ένα χώρο σε άλλο, εμπασιά, σχισμή, ξεσκέπασμα, αποκάλυψη, φανέρωμα, κλπ. (βλ. Giuseppe Boerio 1829, σ. 712-713, 27). Το ουσιαστικό (a)vertaura παράγεται από το επίθετο averto (= ανοιχτός), απ' όπου και τα γνωστά δάνεια της Ελληνικής αβέρτος (= ανοιχτός, διάπλατος, απεριόριστος) και αβέρτα (= ανοιχτά, χωρίς εμπόδια, απεριόριστα). Το βενετικό averto προήλθε από το επίθετο apertus (< aperio = ανοίγω) της Λατινικής, το οποίο σημαίνει ανοιχτός, ανεμπόδιστος, ενώ το ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο γένος του (apertum) σημαίνει ανοιχτωσιά, άπλα, έκταση χωρίς εμπόδια ή φραγμούς (βλ. Oxford Latin Dictionary 1968, σ. 146-147). Από το apertus παράγεται το ουσιαστικό apertura, στο οποίο αντιστοιχεί το (a)vertaura της βενετικής διαλέκτου.

Ως τοπωνύμιο, το όνομα Vertaura, δηλώνει το άνοιγμα για τη μετάβαση από μια κλειστή προς μια απλόχωρη και χωρίς φυσικά εμπόδια έκταση, προσδιορίζοντας επακριβώς την περιοχή απ' όπου ξεκινά η ανοιχτωσιά. Η ονομασία δικαιολογείται προφανώς από τη θέση του χωριού, το οποίο όντως κείται στην αρχή μιας μεγάλης ανοιχτωσιάς, έχοντας διάπλατη θέα προς τα νότια-νοτιοανατολικά-νοτιοδυτικά, ενώ αντἰθετα, προς τα βόρεια-βορειοανατολικά-βορειοδυτικά, ο τόπος κλείνει από τα προβούνια του Κανδηλίου, και δεν είναι τυχαίο, βεβαίως, ότι περί τα 10 χλμ. (σε ευθεία) βορειοδυτικά του χωριού, στο στενότερο σημείο της διαδρομής προς τη Βόρεια Εύβοια, συναντάμε το επίσης λατινογενές τοπωνύμιο Κλεισούρα (< Clausura / Clusura), το οποίο έχει την αντίθετη σημασία από το Vertaura. Φαίνεται δε, ότι το όνομα Vertaura είχε δοθεί στην περιοχή από τους Βενετούς πριν ακόμη υπάρξει εκεί το χωριό, το οποίο πρέπει να συστάθηκε προς τα τέλη της Βενετοκρατίας, δεδομένου ότι αριθμούσε μόλις τέσσερα νοικοκυριά κατά την οθωμανική απογραφή του 1474 (βλ. E. Balta 1989, σ. 280, 337).

Η θέα προς τα νότια του χωριού.

Το βενετικό όνομα, περνώντας ως δάνειο στην Ελληνική, υπέστη ευλόγως κάποιες τροποποιήσεις, και συγκεκριμένα, τα επάλληλα φωνήεντα [a-u] συναιρέθηκαν σε [u], ώστε να αρθεί η χασμωδία, ενώ ακολούθως έγινε αναβιβασμός του τόνου και μεταλλαγή του γένους από θηλυκό ενικού αριθμού σε ουδέτερο πληθυντικού: Vertaúra (Βερταούρα) > Βερτούρα (η) > Βέρτουρα (τα). Ωστόσο, εκ παραφθοράς του τύπου Βέρτουρα, το χωριό καταγράφεται ως Vertera (Βέρτερα) στα οθωμανικά κατάστιχα του 1474, και ενδεχομένως, λόγω της επισημοποίησής του, ο αλλοιωμένος τύπος Βέρτερα υπερισχύει κατά την περίοδο της Οθωμανοκρατίας. Ύστερα δε από την ίδρυση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, χρησιμοποιούνται εκ περιτροπής αμφότεροι οι τύποι στα επίσημα έγγραφα. Το 1835, κατ' αρχάς, στη συντεταγμένη στα Γαλλικά αιτιολογική έκθεση του υπουργού Γ. Πραϊδη (βλ. Γ.Α.Κ., Οθωνικόν Αρχείον, Υπουργείον Εσωτερικών, Φ. 109, αρ. εγγρ. 094), η οποία συνόδευε το τελικό σχέδιο για το σχηματισμό των δήμων της Εύβοιας, απαντά ο τύπος Vertoura (Βέρτουρα). Το 1840, στο Β.Δ. περί της συγχώνευσης των δήμων της επαρχίας Χαλκίδος (Φ.Ε.Κ. 5Α, 8 / 20 Μαρτίου 1841, σ. 37-39), επανεμφανίζεται ο τύπος Βέρτερα. Το 1866, στο Β.Δ. περί του μετασχηματισμού του Δήμου Χαλκιδέων και της ανασύστασης του Δήμου Μεσ(σ)απίων (Φ.Ε.Κ. 69Α, 3-11-1866, σ. 466), απαντά εκ νέου ο τύπος Βέρτουρα, ο οποίος και επικρατεί έκτοτε, έως τη μετονομασία του χωριού, το 1954.

Δυστυχώς, με εκείνη την απερίσκεπτη μετονομασία, την οποία προφανώς εισηγήθηκε, όπως συνηθιζόταν τότε, μια τοπική τριμελής επιτροπή (κοινοτάρχης, δάσκαλος και παπάς), αποκόπηκε το χωριό από το παρελθόν του και κατ' ουσίαν διαγράφηκε η ιστορική του ταυτότητα. Ωστόσο, όσο το όνομα Βέρτουρα δεν έχει ακόμη σβήσει εντελώς από τη μνήμη και τα χείλη των ντόπιων, ίσως υπάρχει ακόμη χρόνος για την επανόρθωση του λάθους και την αποκατάσταση του ιστορικού ονόματος του χωριού.

Δημήτρης Μπαρσάκης, Ιούνιος 2021

________________________


Βραχυγραφίες

Β.Δ. = Βασιλικό Διάταγμα

Γ.Α.Κ. = Γενικά Αρχεία του Κράτους

Φ. = φάκελος

Φ.Ε.Κ. = Φύλλο Εφημερίδας της Κυβέρνησης


Βιβλιογραφία

Balta, Evangelia, L’Eubée à la fin du XVe siècle. Économie et Population. Les registres de l’année 1474, Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών, Athènes 1989.

Boerio, Giuseppe, Dizionario del Dialetto Veneziano, A. Santini e figlio, Venezia 1829.

Oxford Latin Dictionary, Clarendon Press, Oxford 1968.

Τσαούσης, Γιάγκος, Ευβοϊκή Εγκυκλοπαίδεια, Τ. Γ΄, Σ.Δ. Βασιλόπουλος, Αθήνα 1998.

Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2020

2οι ΠΑΝΕΥΒΟΪΚΟΙ ΜΑΘΗΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΠΟΙΗΣΗΣ 1996, ΣΤΗ ΛΙΜΝΗ

Η Τελετή Απονομής Βραβείων των 2ων Πανευβοϊκών Μαθητικών Αγώνων Ποίησης, τους οποίους διοργάνωσε το μαθητικό περιοδικό του Γυμνασίου Λίμνης "Προσωπική Ευθύνη" με το συντονισμό του φιλόλογου Δημήτρη Μπαρσάκη. Η τελετή πραγματοποιήθηκε στη Λίμνη το Σάββατο 25 Μαΐου 1996.

Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2020

Η ΕΠΙΤΥΜΒΙΑ ΕΠΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΑΜΦΙΚΛΕΟΥΣ, ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ

Πέρα από τις τοπικιστικές αερολογίες, υπάρχει και το πραγματικό ιστορικό παρελθόν του τόπου μας, η αυθεντική ιστορία του, η οποία γράφεται με αντικειμενικά στοιχεία και βάσει μαρτυριών. Μετά την παρουσίαση δύο επιγραφών από την Κάτω Στενή, θα αναφερθώ σε μία ακόμη, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και ευρέως άγνωστη επιγραφή από την περιοχή των Πολιτικών.


Η εν λόγω επιγραφή (IG XII,9 1179) βρέθηκε στο καθολικό της μονής της Παναγίας Περιβλέπτου και δημοσιεύθηκε από τον αυστριακό κλασικό φιλόλογο και επιγραφολόγο Adolph Wilhelm (1864-1950) στην "Αρχαιολογική Εφημερίδα" του έτους 1892 [1]. Όπως σημειώνει ο Wilhelm, η ερμαϊκού τύπου, τετράγωνη στήλη από λευκό μάρμαρο, επί της οποίας είναι χαραγμένη η επιγραφή, είχε τοποθετηθεί ως στύλος στο ναό. Το ύψος της στήλης είναι 1,32 μ. και το πλάτος των πλευρών της από 0,27 έως 0,31 μ. Η χάραξη των γραμμάτων έχει γίνει με πολλή επιμέλεια και από το σχήμα τους φαίνεται ότι η επιγραφή ανήκει στον 2ο αι. μ.Χ. [2]

Πρόκειται για μια μακροσκελή επιτύμβια επιγραφή [3], το κείμενο της οποίας εκτείνεται σε 41 στίχους. Στους στίχους 1-12 ο λόγος είναι έμμετρος, κατά το ποιητικό είδος του επιγράμματος, ενώ το υπόλοιπο κείμενο είναι σε πεζό λόγο. Σύμφωνα με τη μεταγραφή του A. Wilhelm [4], το κείμενο έχει ως εξής:

"χαῖρον ἐγὼ λοετροῖσι καὶ (1)

εἰσέτι τοῖσδ’ ἐσορῶμαι |

Ἀμφικλέης, χώρου

δεσπόσυνος φιλίου. |

ναὶ μὴν καὶ γένεος φερε- (5)

κυδέος ἐξ ὑπάτων με |

δέρκεο, Πειεριδῶν

οὔποτε λησάμενον· |

κρατὶ δ’ ἐπῃώρηντ’ ὄπι-

θεν κομόωσαι ἔθειραι· | (10)

οὐ γὰρ ἕκερσ’ ἥβα, ἀλ-

λὰ πότμος προλαβών.

{²membrum}²

προαγορεύω τοῖς κατὰ τὸν χῶρον τόνδε·

ἐπικατάρατος ὅστις μὴ φείδοιτο

κατὰ τόνδε τὸν χῶρον τοῦδε (15)

τοῦ ἔργου καὶ τῆς εἰκόνος τῆς

εἱδρυμένης, ἀλλὰ ἀτειμάσει

ἢ μεταθήσει ὅρους ἐξ ὅρων

ἢ ὑβρίσει μιάνας ἢ αἰκίσεται

ἢ θραύσει ἤ τι μέρος ἢ σύμπαν (20)

ἢ εἰς γῆν ἀνατρέψει ∙καὶ κατα-

σκεδάσει καὶ ἀμαυρώσει, τοῦ-

τόν τε θεὸς πατάξαι ἀπορίᾳ καὶ

πυρετῷ καὶ ῥίγει καὶ ἐρεθισμῷ

καὶ ἀνεμοφθορίᾳ καὶ παραπλη- (25)

ξίᾳ καὶ ἀορασίᾳ καὶ ἐκστάσει δια-

νοίας καὶ εἴη ἀφανῆ τὰ κτήμα-

τα αὐτοῦ μὴ γῆ βατὴ μὴ θά-

λαττα πλωτὴ μὴ παίδων γο-

νή μηδὲ οἶκος αὔξοιτο μηδὲ (30)

καρπῶν ἀπολαύοι μηδὲ οἴκου,

μὴ φωτός μὴ χρήσεως μηδὲ

κτήσεως, ἐπισκόπους δὲ ἔχοι

Ἐρεινύας·

εἱ δέ τις εὐθετοίη καὶ τηροίη (35)

καὶ συμφυλάττοι, τῶν λῴων

ἀπολαύοι εὐλογοῖτό τε ἐν

παντὶ δήμῳ, καὶ πληθύοι αὐ-

τῷ οἶκος παίδων γοναῖς καὶ

καρπῶν ἀπολαύσεσιν, ἐπισκο- (40)

ποίη δὲ Χάρις καὶ Ὑγεία".

Ο νεκρός "μιλάει" σε α΄ πρόσωπο και στους πρώτους 12, έμμετρους στίχους (στο επίγραμμα δηλαδή) μας δίνει πληροφορίες για αυτόν τον ίδιο, ως είθισται στα επιτύμβια επιγράμματα. Αναφέρει ότι ονομαζόταν Αμφικλής και όσο ζούσε χαιρόταν τα λουτρά, δίπλα στα οποία βρίσκεται τώρα ο τάφος του. Ήταν γιος του κτήτορα αυτής της γης και κάποιοι από τους προγόνους του κατείχαν αξίωμα υπάτου (ανώτατου άρχοντα). Είχε και μουσική παιδεία, όπως άρμοζε στην κοινωνική του τάξη. Αλλά ο θάνατος τον πρόλαβε πριν ακόμη φθάσει στην εφηβεία και κουρέψει τα μαλλιά του, όπως ήταν το έθιμο.

Το υπόλοιπο, πεζό κείμενο της επιγραφής περιέχει κατάρες του νεκρού για όσους βεβηλώσουν ἠ καταστρέψουν τον τάφο του, αλλά και ευχές στο τέλος για όσους τον τιμήσουν και τον προστατεύσουν. Συγκεκριμένα, ο Αμφικλής καταριέται όποιον περαστικό δεν σεβαστεί το χώρο αυτό και το μνημείο, όπου υπήρχε και η εικόνα του ιδίου, και προσβάλει την τιμή του ή παραβιάσει την οριοθέτησή του μνημείου ή το μιάνει με ύβρεις ή το κακοποιήσει και το σπάσει ολόκληρο ή μέρος του ή το γκρεμίσει, το διαλύσει και το εξευτελίσει. Αυτόν ο θεός να τον κτυπήσει με εξουθένωση, με πυρετό και ρίγος, με κνησμό, με μαρασμό και με παράλυση και τύφλωση και φρενοβλάβεια, και να χάσει τα υπάρχοντά του, να μην μπορεί να περάσει από στεριά και θάλασσα, να μην αποκτήσει απογόνους και να μην χαρεί κανένα καλό (...), αλλά να τον κατατρέχουν πάντα οι Ερινύες (οι τιμωρές τύψεις). Ενώ όποιος περιποιείται, φροντίζει και προστατεύει το ταφικό μνημείο, αυτός να απολαμβάνει κάθε αγαθό, να τον τιμά η κοινωνία, να αποκτήσει πλήθος απογόνων και να τον συντροφεύει πάντα η χαρά και η υγεία.

Κατάρες και ευλογίες συναντάμε συχνά στις επιτύμβιες επιγραφές, αλλά η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης είναι ότι οι κατάρες οι οποίες αναφέρονται στους στίχους 23-27, είναι αντιγραμμένες από το "Δευτερονόμιον", ένα από τα βιβλία της "Παλαιάς Διαθήκης"[5]. Σύμφωνα με τον Wilhelm, αυτό δείχνει ότι ο συντάκτης του κειμένου της επιγραφής είχε γνώση των εβραϊκών Γραφών, χωρίς αυτό να σημαίνει απαραίτητα ότι ήταν Εβραίος, αλλά το πιθανότερο είναι να είχε προσηλυτισθεί στην εβραϊκή θρησκεία [6].

Να επισημάνουμε, τέλος, ότι ενώ σύμφωνα με την επιγραφή, ο τάφος του Αμφικλέους βρισκόταν πλησίον λουτρών, δεν έχουμε ενδείξεις ότι υπήρχαν λουτρά στην περιοχή των Πολιτικών εκείνη την εποχή, αν και διάφορα ευρήματα δείχνουν ότι πρέπει να υπήρχε κάποιος αξιόλογος οικισμός. Ο Wilhelm, πάντως, δεν αποκλείει και το ενδεχόμενο η ενεπίγραφη στήλη να είχε μεταφερθεί από αλλού στην περιοχή [7].

______________________

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ - ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

[1] Adolph Wilhelm, "Επιγραφαί εξ Ευβοίας", στο "Αρχαιολογική Εφημερίς (1892)", Αρχαιολογική Εταιρεία, Αθήναι 1893, σελ. 173-177.

[2] Adolph Wilhelm, ό.π., σελ. 173-174.

[3] "Οι επιτύμβιες επιγραφές απαντούν σε κάθε αντικείμενο που μπορεί να χρησιμεύει ως ταφικό σήμα, όπως στήλες, κίονες, βάσεις αγαλμάτων, σαρκοφάγους, αγγεία. Το τυπικό που ακολουθείται στις επιτύμβιες επιγραφές ποικίλλει ανά εποχή, ανά τόπο και ανά περίσταση. Κάποιες αναφέρουν απλώς το όνομα του νεκρού, άλλες όμως είναι πολύστιχες με πληροφορίες για τη ζωή και τον θάνατο του νεκρού σε πεζό λόγο ή σε έμμετρο, τα επιτύμβια επιγράμματα, αρκετά από τα οποία μάλιστα είναι εξαιρετικής λογοτεχνικής αξίας. Από την ελληνιστική εποχή και εξής το κείμενο των επιτύμβιων επιγραφών τυποποιείται με φράσεις, όπως: μνείας χάριν, χαῖρε (παροδῖτα), εὐψύχει. Μερικές φορές κάποιο συνήθως συγγενικό πρόσωπο φροντίζει για την ανέγερση του ταφικού μνημείου και αναφέρεται το όνομά του στην επιτύμβια επιγραφή. Επίσης, αναγράφονται κατάρες ή άλλες φράσεις για την προστασία του ταφικού μνημείου από πιθανό βανδαλισμό ή τυμβωρυχία, οι οποίες σε ορισμένες περιοχές αναφέρουν ακόμα και συγκεκριμένα πρόστιμα, για να αποτρέψουν περιπτώσεις βεβήλωσης" (Νίκη Οικονομάκη & Γιάννης Τζιφόπουλος, "Εισαγωγή στην ελληνική επιγραφική, από τον 8ο αιώνα π.Χ. ως την ύστερη αρχαιότητα", Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, Θεσσαλονίκη 2015, σελ. 104)

[4] Adolph Wilhelm, ό.π., σελ. 175-176.

[5] Βλ. "Δευτερονόμιον", κεφ. ΚΗ΄, εδάφ. 22: "πατάξαι σε Κύριος ἐν ἀπορίᾳ καὶ πυρετῷ καὶ ῥίγει καὶ ἐρεθισμῷ καὶ ἀνεμοφθορίᾳ", και εδάφ. 28: "πατάξαι σε Κύριος παραπληξίᾳ καὶ ἀορασίᾳ καὶ ἐκστάσει διανοίας".

[6] Adolph Wilhelm, ό.π., σελ. 176-177.

[7] Adolph Wilhelm, ό.π., σελ. 176.


Τρίτη 11 Αυγούστου 2020

ΟΙ ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ "IG XII,9 1271" ΚΑΙ "IG XII,9 1172" ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΣΗ "ΤΣ' ΑΓΙΟΥΣ" ΤΗΣ ΚΑΤΩ ΣΤΕΝΗΣ

Η θέση "Τσ' αγιούς" (< στους αγίους) [1] βρίσκεται περίπου 600 μ. ανατολικά της Κάτω Στενής, σε μια απότομη ρεματιά με πυκνά πλατάνια.

Γύρω στα 1840, επισκέφθηκε τη θέση ο γερμανός κλασικός φιλόλογος H.N. Ulrichs, καθηγητής Λατινικών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο οποίος σημειώνει ότι στο χώρο αυτό σώζεται ένας τοίχος πολυγωνικής τοιχοδομίας [2], κάτω από τον οποίο αναβλύζει μια μικρή πηγή, ενώ από το πάνω μέρος του τοίχου, όπου το έδαφος είναι επίπεδο και πρέπει να έφερε κρηπίδα, έκειτο πιθανώς κάποιο ιερό, στο οποίο και θα ανήκε ο χώρος. Μπροστά στον τοίχο, όπως προσθέτει ο Ulrichs σε υποσημείωση, έστεκε ένας ορθογώνιος λίθος, στον οποίο υπήρχε μια πολύ φθαρμένη επιγραφή, όπου μπορούσες να διαβάσεις τις λέξεις "ΑΝΕΘΗΚΕ" ή "ΑΝΕΘΗΚΑΝ", "ΑΡΙΣΤΟΦΩΝ" και πιθανώς "ΔΗΜΗΤΡΙ ΟΜΑΡΙΑ" [3].

Στα 1909, ερεύνησε το χώρο ο Γ.Α. Παπαβασιλείου, καθηγητής φιλόλογος, σύμβουλος και γραμματέας (1909) της Αρχαιολογικής Εταιρείας, ο οποίος αναφέρει ότι ο σωζόμενος τοίχος φθάνει σε μήκος τα 25 μ. και αποτελούσε τη νότια πλευρά οικοδομήματος, πιθανώς ναού, του οποίου η βόρεια πλευρά σώζεται σε μήκος μόλις 7,60 μ., ενώ η ανατολική του έχει παρασυρθεί από τον παραρρέοντα χείμαρρο. Στο εσωτερικό του οικοδομήματος, ο Παπαβασιλείου ανηύρε μια τετράγωνη λίθινη πλάκα επίστρωσης, στη δε πρόσοψη, εντόπισε μια δυσανάγνωστη επιγραφή πάνω σε φυσικό βράχο, στην οποία με πολλή δυσκολία, όπως γράφει, κατάφερε να διαβάσει τα γράμματα "ΑΠΟΛΛ" (στον 1ο στίχο) και "Ο" (στο 2ο στίχο), εικάζοντας έτσι ότι το εκεί ιερό ανήκε στον Απόλλωνα [4]. Η επιγραφή έχει καταχωρισθεί με τα στοιχεία "IG XII,9 1271":

"[ – – ]ΑΠΟΛΛ[ – – ]

[ – – – ]Ο[ – – – ]" [5].

Η κεφαλαιογράμματη δημοσίευση της επιγραφής οφείλεται στο ότι δεν είναι δυνατή η ασφαλής μεταγραφή της, καθότι ένα μόνο του γράμμα στο 2ο στίχο δεν δίνει καμία πληροφορία για τη χαμένη λέξη, αλλά δεν είναι και βέβαιο ότι στον 1ο στίχο αναφέρεται όντως το όνομα του Απόλλωνος και όχι κάποιο ανθρωπωνύμιο, όπως για παράδειγμα "Απολλώνιος", "Απολλόδοτος", "Απολλόδωρος", "Απολλοφάνης".

Η άλλη επιγραφή, στην οποία αναφέρεται ο Ulrichs, είναι καταχωρισμένη με τα στοιχεία "IG XII,9 1172" και έχει μεταγραφεί από τον Ε. Ziebarth ως εξής:

"[— — — — — — ἀ]νέθη[καν]

[Δ]ήμ[η]τρι [ὁ]μ<α>ρί[ᾳ]?

vac. Λη[μ]νίη[ι]

[Ἀρ]ιστοφῶν Παταίκ[ου]

[— — — — — —]αράτου

[— — — —] Πολ<ύ>κτου" [6].

Όσον αφορά στα επιγραφικά σύμβολα, να εξηγήσουμε ότι: α) εντός αγκυλών (π.χ. [α, β, γ]) σημειώνονται τα γράμματα τα οποία έχουν χαθεί και τα έχει συμπληρώσει με αρκετή βεβαιότητα ο εκδότης, β) εντός γωνιωδών αγκυλών (π.χ. <α, β, γ>) σημειώνονται τα γράμματα τα οποία είχε χαράξει ατελώς ή είχε παραλείψει ο χαράκτης της επιγραφής, γ) οι εντός αγκυλών παύλες (π.χ. [– – –]) αντιστοιχούν στα γράμματα τα οποία έχουν χαθεί και δεν μπορούν να προσδιορισθούν, και δ) η συντομογραφία "vac." (vacat) σημαίνει ότι υπάρχει ένα κενό διάστημα, το οποίο δεν οφείλεται σε φθορά, αλλά το άφησε σκόπιμα ο χαράκτης της επιγραφής.

Παραθέτω ακολούθως το κείμενο της επιγραφής "IG XII,9 1172" σε νεοελληνική απόδοση:

"... αφιέρωσαν | στη Δήμητρα ομαρία | τη Λημνία | ο Αριστοφών του Παταίκου, | ο ... του (...)αράτου, | ο ... του Πολύκτου".

Πρόκειται για αναθηματική επιγραφή, αφιερωμένη στη θεά Δήμητρα, της οποίας πρέπει να υπήρχε ιερό στο συγκεκριμένο χώρο. Στη θεά αποδίδονται τα επίθετα (επικλήσεις) "Ομαρία" και "Λημνία", για τα οποία μας δίνει μια πολύ ενδιαφέρουσα ερμηνεία η Luisa Breglia Pulci Doria, καθηγήτρια Αρχαίας Ιστορίας του Πανεπιστημίου Νάπολης. Σύμφωνα με την ιταλίδα ιστορικό, η Δήμητρα Ομαρία έχει σχέση με τον Δία Ομάριο, ο οποίος ταυτίζεται με τον Δία Ομαγύριο, προστάτη των συναθροίσεων. Οπότε, η λατρευόμενη στη θέση "Τσ' αγιούς" Δήμητρα, ήταν επίσης προστάτιδα των συναθροίσεων, των θρησκευτικών ή πολιτικών συνάξεων, οι οποίες λάμβαναν χώρα σε αυτή την περιοχή. Η δε επίκληση "Λημνία", παραπέμπει ασφαλώς στο νησί της Λήμνου, όπου ως γνωστόν λατρεύονταν κατά κύριο λόγο οι Κάβειροι, και δεν αποκλείεται η Δήμητρα να συλλατρευόταν εν προκειμένω με τους Καβείρους. Η κοινή λατρεία της Δήμητρας Ομαρίας και των Καβείρων πρέπει να μεταδόθηκε στην Εύβοια περί τις αρχές της πρώτης χιλιετίας π.Χ. από Άβαντες (Ευβοείς) αποίκους της Λήμνου, όπου μαρτυρείται και περιοχή καλούμενη "Εύβοια" [7].

Μια διαφορετική αλλά εξίσου ενδιαφέρουσα ερμηνευτική πρόταση, έχει διατυπώσει ο ισπανός αρχαιολόγος Manuel Arjona, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, ο οποίος θεωρεί ότι η επίκληση της Δήμητρας μπορεί στην πραγματικότητα να είναι "Αμαρία" και όχι απαραίτητα "Ομαρία". To όνομα "Αμαρία" προέρχεται από τη λέξη "αμάρα / αμάρη", η οποία σημαίνει "υδαταγωγός, αυλάκι, οχετός για άρδευση", οπότε "Δήμητρα Αμαρία", σύμφωνα με τον Arjona, είναι η "Δήμητρα του υδαταγωγού" [8].

Τμήματα ενός λαξευμένου στα βράχια υδαταγωγού, εντοπίζονται σε απόσταση μόλις 30 μ. βόρεια του πολυγωνικού τοίχου [9], μπροστά στον οποίο είχε βρεθεί η επιγραφή. Κατά τον ολλανδό αρχαιολόγο S.C. Bakhuizen, πρόκειται για τα κατάλοιπα ενός κλάδου υδραγωγείου, το οποίο υδροδοτούσε το άστυ της Χαλκίδας [10]. Από τη διεξοδική έρευνα των ελβετών αρχαιολόγων K. Reber και S.G. Schmid, προκύπτει ότι ο υδαταγωγός είχε κατασκευασθεί μεταξύ 1ου και 2ου αι. μ.Χ. [11]. Ο τοίχος, όμως, πρέπει να είναι κατά πολύ προγενέστερος του υδαταγωγού και βάσει των χαρακτηριστικών της κατασκευής του, φαίνεται ότι ανήκει στους κλασικούς ή τους ελληνιστικούς χρόνους [12]. Σχετικά με τη χρήση του τοίχου, δεν επαρκούν τα στοιχεία για να αποφανθούμε με βεβαιότητητα. Πιθανώς να είναι απομεινάρι ναού ή ίσως αναλήμματος γέφυρας, ενώ μπορεί παράλληλα να αποτελούσε και την οπίσθια πλευρά στοάς [13].

Οι επιγραφές είναι και οι δύο αχρονολόγητες από τον εκδότη. Πάντως, εάν δεχθούμε ότι η επίκληση στην αναθηματική επιγραφή μπορεί να είναι "Αμαρία", όπως εικάζει ο Arjona, τότε η επιγραφή πρέπει να χρονολογηθεί στην ίδια εποχή με τον υδαταγωγό, δηλαδή μεταξύ 1ου και 2ου αι. μ.Χ. Στην άλλη περίπτωση, εφόσον η επίκληση είναι "Ομαρία", τότε η επιγραφή δεν μπορεί να σχετίζεται με τον υδαταγωγό και λογικά θα είναι προγενέστερη, όπως και ο τοίχος.

(Δ.Μ., 6-8-2020)


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ - ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

[1] Προτείνω τη γραφή "Τσ' αγιούς" αντί της καθιερωμένης αλλά ετυμολογικά παραπλανητικής γραφής "Τσαγιούς" -ελπίζω να εισακουσθώ.

[2] Σύστημα δόμησης με λαξευτούς λίθους ακανόνιστου και δη πολυγωνικού σχήματος.

[3] Βλ. Heinrich Nicolaus Ulrichs, "Reisen und Forschungen in Griechenland", Teil II: "Topographische und archaologische Abhandlungen", A. Passow (Hrsg.), Weidmannsche Buchhandlung, Berlin 1863, σελ. 243. Υπ' όψιν ότι η έκδοση πραγματοποιήθηκε 20 χρόνια μετά το θάνατο του Ulrichs (1807-1843).

[4] Βλ. Γεώργιος Α. Παπαβασιλείου, "Ανασκαφαί εν Ευβοία", στο "Πρακτικά της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας του έτους 1909", Αθήναι 1910, σελ. 206.

[5] Βλ. Ericus Ziebarth (ed.), "Inscriptiones Graecae XII,9: Inscriptiones Euboeae insulae", Akademie der Wissenschaften, Berlin 1915.

[6] Βλ. Ericus Ziebarth (ed.), ό.π.

[7] Βλ. Luisa Breglia Pulci Doria, "Demetra tra Eubea e Beozia e i suoi rapporti con Artemis", στο "Recherches sur les cultes grecs et l'Occident, 2", Cahiers du Centre Jean Bérard (V), Institut Français de Naples, Naples 1984, σελ. 69-74.

[8] Βλ. Manuel Arjona, "Ένα ιερό στους πρόποδες της Δίρφης;", στο "Αρχαιολογικό Έργο Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας 3, 2009", Τ. 2: "Στερεά Ελλάδα", Εργαστήριο Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Υπουργείο Πολιτισμού, Βόλος 2012, σελ. 934.

[9] Βλ. Manuel Arjona, ό.π., σελ. 931

[10 ] Βλ. S.C. Bakhuizen, "Studies in the Topography of Chalcis on Euboea A discussion on the sources", Studies of the Dutch Archaeological and Historical Society 11, E.J. Brill, Leiden 1985, σελ. 73-74.

[11] Βλ. K. Reber & S.G. Schmid, "Zur Wasserversorgung von Chalkis (Euboa), 1. Die Wasserleitung von Ano Kambia nach Kato Steni", στο "Mitteilungen des Deutschen Archäologischen Instituts – Athenische Abteilung", Bd.115, P. von Zabern, Meinz 2000, σελ. 384-387.

[12] Βλ. Manuel Arjona, ό.π., σελ. 933.

[13] Βλ. Manuel Arjona, ό.π., σελ. 932-933.


Δευτέρα 22 Ιουνίου 2020

ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΡΦΗ Ο ΛΟΓΟΣ: ΑΛΗΘΕΙΕΣ, ΛΑΘΗ ΚΑΙ ΨΕΜΑΤΑ

Δείγμα αγάπης και σεβασμού προς τον τόπο μας και την ιστορία του, είναι να λέμε και να γράφουμε σωστά τα ονόματα που μας κληροδότησε. Τα ονόματα αυτά είναι ζωντανές οντότητες, πονούν όταν κακοποιούνται! Προσοχή, λοιπόν!
Καθώς πολύς λόγος γίνεται τελευταία για το ενδεχόμενο εγκατάστασης ανεμογεννητριών στη Δίρφη, συμβαίνει να ακούγεται και να γράφεται συχνά κακοποιημένο στα ΜΜΕ το όνομα του όρους. Αλλά και σε ένα μεγάλο πανό στη Στενή, είδαμε εκείνη την απαράδεκτη γενική "ΣΤΗΣ ΔΙΡΦΥΣ", ενώ την ίδια ακριβώς κακοποίηση, δυστυχώς, βλέπουμε και σε επίσημα έγγραφα του Δήμου μας.


Κι όμως, είναι απλά τα πράγματα, μόνο λίγος σεβασμός και προσοχή χρειάζεται. Όταν αναφερόμαστε στη Δίρφη, μπορούμε να χρησιμοποιούμε έναν από τους δύο τύπους της ονομαστικής: ή "η Δίρφυς" ή "η Δίρφη" (όχι "η Δίρφυ" ούτε "η Δίρφης"). Ο τύπος "Δίρφυς" κλίνεται σύμφωνα με τη γ΄ κλίση και στη γενική είναι "της Δίρφυος". Ο τύπος "Δίρφη" κλίνεται σύμφωνα με την α΄ κλίση και στη γενική είναι "της Δίρφης".
Παραθέτω ακολούθως την ονοματολογία της Δίρφης, όλα τα σχετικά με το όνομα του όρους και τα παράγωγά του, καθώς και όλες τις σωζόμενες μαρτυρίες των αρχαίων συγγραφέων για τη Δίρφη. Επίσης, θα δούμε με στοιχεία τι πραγματικά παραδίδεται για τον τόπο συνεύρεσης του Δία και της Ήρας, τον οποίο ορισμένοι μεταφέρουν αυθαιρέτως στη Δίρφη.

1. Η ΟΝΟΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΔΙΡΦΗΣ
Το όνομα Δίρφυς (γεν. της Δίρφυος) έχει προελληνική προέλευση και η ετυμολογία του είναι άγνωστη.
Το όνομα Δίρφη (γεν. της Δίρφης) αποτελεί απλή μεταλλαγή του τριτόκλιτου Δίρφυς σε πρωτόκλιτο.
Το όνομα Δέλφη αλλά και Δέλφι (το) προέκυψε εκ παραφθοράς του Δίρφυς / Δίρφη και προφανώς δεν έχει ετυμολογική συγγένεια με τα προσηγορικά ουσιαστικά δελφύς (=μήτρα) και δελφίς (=δελφίνι) ούτε με τα ανθρωπωνύμια και εθνικά Δελφός (αρσ.) και Δελφίς (θηλ.) ούτε με το ανθρωπωνύμιο Δέλφις (αρσ.) ούτε και με το τοπωνύμιο Δελφοί. Υπ' όψιν ότι Δελφ (το) ονόμαζαν το όρος οι Αλβανοί (Αρβανίτες) της Βοιωτίας, και αντίστοιχα, Δέλφι το έλεγαν οι ντόπιοι, τουλάχιστον από τον 19ο αιώνα [Βλ. H.N. Ulrichs, "Reisen und Forschungen in Griechenland", Teil II: "Topographische und archaologische Abhandlungen", A. Passow (Herausg.), Weidmannsche Buchhandlung, Berlin 1863, σελ. 240].
Εν τούτοις, ορισμένοι που αδυνατούν να αντιληφθούν ότι τα ονόματα Δίρφυς / Δίρφη και Δέλφη / Δέλφι ταυτίζονται, έχουν προωθήσει σε τοπικό επίπεδο την άποψη ότι το όνομα Δέλφη / Δέλφι έχει σχέση με το όνομα Δελφοί και δεν ονομάζει όλο το όρος παρά μόνο την κορυφή του. Η δε Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια (1926-1934), αναφέρει αυθαιρέτως την κορυφή του όρους με το όνομα Δέλφις. Σημειωτέον ότι ο μυθικός Δέλφις, σύμφωνα με μια όχι και τόσο διαδεδομένη εκδοχή, ήταν γιος του Κασταλίου και ονοματοθέτης των Δελφών (βλ. Ωρίων ο Θηβαίος, Ετυμολογικόν, Δ.46.24-25). Παρατηρούμε, πάντως, ότι σε παλαιότερους χάρτες της Ελλάδας, συντεταγμένους στο εξωτερικό και εκδοθέντες από τον 18ο έως τις αρχές του 20ου αιώνα, το όρος είναι ορθώς και ευκρινώς καταγεγραμμένο είτε με το αρχαιότερο είτε με το εκ παραφθοράς, νεότερο όνομά του, δηλαδή είτε ως Dirphe ή Dirphys είτε ως DelfiDelphi). Και μάλιστα, σε χάρτη του 1929, σημειώνονται αμφότερα τα ονόματα: Oros Delphi και Oros Dirphys, με το δεύτερο σε παρένθεση. Από την άλλη, στη Χάρτα του Ρήγα (1797), η οποία περιέχει γενικότερα πολλές ανακρίβειες, το όρος εμφανίζεται με το ανεξήγητο όνομα Θέτρος δέλφος.
Από το όνομα Δίρφυς παράγεται το εθνικό Δίρφυος (αρσ.) / Διρφύα (θηλ.) και το μεταγενέστερο επίθετο διρφυακός, -η, -ο(ν)˙ από το δε όνομα Δέλφη, παράγεται το τοπικό ουσιαστικό δελφίτης, το οποίο ονομάζει τον πνέοντα από την πλευρά του όρους προς την πεδιάδα των Ψαχνών ανατολικό άνεμο. Αξίζει τέλος να αναφέρουμε και το αποδιδόμενο στη Δίρφη παρωνύμιο Ναζού, για τα "νάζια" που κάνει ο καιρός της με τις συχνές κι απρόβλεπτες μεταβολές του. 

2. Η ΔΙΡΦΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ
Ο γραμματικός του 2ου αι. μ.Χ. Αίλιος Ηρωδιανός (βλ. Περί παρωνύμων, 3,2.884.7-8) καθώς και ο γραμματικός του 5ου/6ου αι. μ.Χ. Στέφανος Βυζάντιος (βλ. Εθνικά, 234.17), καταγράφοντας τη Δίρφη ως όρος της Εύβοιας, προσθέτουν ότι εκεί λατρευόταν η Ήρα η Διρφύα: "Διρφύα ἡ Ἥρα τιμᾶται", που σημαίνει ότι κάπου στο όρος πρέπει να υπήρχε ναός της Ήρας. Πουθενά δεν αναφέρεται ότι ο ναός βρισκόταν στην κορυφή της Δίρφης, όπως ορισμένοι διαδίδουν· αντίθετα, το λογικό θα ήταν να έκειτο χαμηλότερα και σε πιο προσιτή θέση, ήτοι σε κάποιο πλάτωμα στις πλαγιές ή στους πρόποδες.
Ο Ευφορίων, Χαλκιδέος ποιητής του 3ου/2ου αι. π.Χ., χαρακτηρίζει τη Δίρφη τραχεία: "Δίρφυν ἀνὰ τρηχεῖαν" (απόσπ. 73.1), με την έννοια ότι είναι απότομη και βραχώδης.
Ο Σιμωνίδης ο Κείος, ποιητής του 5ου αι π.Χ., σε ένα επιτύμβιο επίγραμμά του αφιερωμένο στη μνήμη πεσόντων Αθηναίων οπλιτών, δίνει την πληροφορία ότι τους βρήκε ο θάνατος κάτω από τις πτυχωτές πλαγιές της Δίρφης: "Δίρφυος ἐδμήθημεν ὑπὸ πτυχί" (Επιγράμματα, 16.26.1).
Ο Ευριπίδης, ο μεγάλος τραγικός ποιητής του 5ου αι. π.Χ., αναφέρει την παράδοση ότι το βασιλιά Λύκο, ο οποίος σκότωσε το βασιλιά Κρέοντα και σφετερίστηκε το θρόνο της Θήβας, τον είχε θρέψει η Δίρφυς η Αβαντίς, δηλαδή ότι ο Λύκος είχε γεννηθεί και μεγαλώσει στη Δίρφη της Εύβοιας: "Δίρφυν τ' ἐρωτῶν ἥ σ' ἔθρεψ' Ἀβαντίδα" (Ηρακλής, στ. 185).
O Λυκόφρων, Χαλκιδέος λόγιος και ποιητής του 4ου/3ου αι. π.Χ., στην τραγωδία του Αλεξάνδρα Κασσάνδρα), μνημονεύει του Διρφωσσού και των Διακρίων τα σπήλαια: "Διρφωσσοῖο καὶ Διακρίων γωλειὰ" (στ. 375-376). Από τα συμφραζόμενα (βλ. στ. 373-386) φαίνεται ότι ο Διρφωσσός και τα Διάκρια είναι όρη της Εύβοιας, οι πλαγιές των οποίων (ενν. οι ανατολικές) καταλήγουν βραχώδεις στο Αιγαίο. Ο Λυκόφρων, εν προκειμένω, κάνει λόγο για τα ξεβρασμένα πτώματα των Ελλήνων (Αχαιών) ναυαγών στις θαλασσοσπηλιές των δύο αυτών ορέων, όταν επέστρεφαν από την Τροία.
Τα Διάκρια όρη πιθανώς ταυτίζονταν με τον Πυξαριά, την επιμήκη παραφυάδα της Δίρφης, η οποία "διακρίνει" (διαχωρίζει) το κεντρικό από το βόρειο τμήμα της Εύβοιας, έχοντας όντως αρκετές θαλασσοσπηλιές στο Αιγαίο.
Το τοπωνύμιο Διρφωσσός δεν μαρτυρείται από άλλον αρχαίο συγγραφέα, αλλά εφόσον ανήκει σε ευβοϊκό όρος, αυτό δεν θα μπορούσε ασφαλώς να είναι κάποιο άγνωστο ή ανώνυμο σήμερα όρος παρά αυτή τούτη η Δίρφη, με τις γνωστές άλλωστε θαλασσοσπηλιές της στο Αιγαίο. Είναι δε εμφανής η πρόθεση του ποιητή να προσδώσει επικό χαρακτήρα στο όνομα, εξού και η επική κατάληξη "-(σσ)οιο" στη γενική (πρβλ. Παρνησσοῖο, κατά τον Ησίοδο κ.ά.). Ωστόσο, έχει υποστηριχθεί από μια μικρή μερίδα μελετητών και η άποψη ότι ίσως ο Διρφωσσός είναι ποταμός της Δίρφης και ορισμένοι έχουν σπεύσει να τον ταυτίσουν με το ποτάμι των Στροπώνων, χωρίς αξιόλογα επιχειρήματα όμως.

3. ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΣΥΝΕΥΡΕΣΗΣ ΤΟΥ ΔΙΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΗΡΑΣ
Μόνο δύο απλούς υπαινιγμούς έχουμε στη διάθεσή μας για τη συνεύρεση (ή τους γάμους, όπως λέγεται) του Δία και της Ήρας στην Εύβοια.
Στη μία περίπτωση, ως τόπος συνεύρεσής τους αναφέρεται από τον Στέφανο Βυζάντιο το όρος Όχη της Νότιας Εύβοιας: "κεῖται δ' ἡ πόλις <Κάρυστος> πρὸς τῷ Μυρτῴῳ πελάγει ὑπὸ τῷ ὄρει Ὄχῃ. ἐκλήθη δὲ τὸ ὄρος ἀπὸ τῆς [ἐκεῖ ὀχείας, ἤτοι] τῶν θεῶν μίξεως Διὸς καὶ Ἥρας, ἢ διὰ τὸ τὰ πρόβατα κυΐσκεσθαι ὀχευόμενα ἐν τῷ τόπῳ" (Στέφανος Βυζάντιος, Εθνικά, 362.15-18). Και σε νεοελληνκή απόδοση: Η Κάρυστος κείται προς το Μυρτώο Πέλαγος, κάτω από το όρος Όχη. Και έχει ονομασθεί έτσι το όρος από την εκεί "οχεία" [= βάτεμα, συνουσία], δηλαδή τη συνεύρεση των θεών Δία και Ήρας, ή από το ότι σε αυτή την περιοχή βατεύονταν και γκαστρώνονταν τα πρόβατα.
Κατά την άλλη εκδοχή, η συνεύρεση του θεϊκού ζεύγους έλαβε χώρα στο Ελύμνιον, το οποίο πιθανώς έκειτο στην περιοχή της Λίμνης. Ο υπαινιγμός, εν προκειμένω, υπάρχει σε έναν από τους σωζόμενους στίχους της χαμένης τραγωδίας "Ναύπλιος" του Σοφοκλή: "νυμφικὸν Ἐλύμνιον", και όπως αναφέρει ο Σχολιαστής του Αριστοφάνους ("Ειρήνη", στ. 1126), μερικοί ανομάζουν 'νυμφικόν' το Ελύμνιον, επειδή εκεί συνευρέθηκαν ο Δίας με την Ήρα: "νυμφικὸν δέ τινες αυτὸ φασὶν, ὅτι ὁ Ζεὺς τῇ Ἥρᾳ ἐκεῖ συνεγένετο" (βλ. Sophocles, στο Tragicorum Graecorum fragmenta, ed. Augustus Nauck, B.G. Teubner, Lipsiae 1856, fr. 401, σελ. 180).
Αυτά είναι όλα κι όλα τα μαρτυρούμενα από την αρχαιότητα και βάσει αυτών μπορείτε να αξιολογήσετε την αξιοπιστία όσων αναφέρουν ότι τάχα κατά τη μυθολογία, στη Δίρφη έγιναν οι γάμοι του Δία και της Ήρας! Γιατί ορισμένοι, με πρώτο διδάξαντα τον παλαιό τοπικό ερευνητή, κατασκευάζουν μυθολογίες όπως τους αρέσει. Εντάξει, τοπικισμός, αλλά απαιτείται και σεβασμός στις πηγές και εντιμότητα!


Πέμπτη 28 Μαΐου 2020

Η ΔΙΡΦΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ


  • Ο γραμματικός του 2ου αι. μ.Χ. Αίλιος Ηρωδιανός (Περί παρωνύμων, 3,2.884.7-8) και ο ιστορικός-γεωγράφος του 5ου/6ου αι. μ.Χ. Στέφανος Βυζάντιος (Εθνικά, 234.17), καταγράφοντας τη Δίρφη ως όρος της Εύβοιας, προσθέτουν ότι εκεί λατρευόταν η Ήρα η Διρφύα ("Διρφύα ἡ Ἥρα τιμᾶται"), που σημαίνει ότι κάπου στο όρος υπήρχε ναός της Ήρας. Πουθενά δεν αναφέρεται ότι ο ναός βρισκόταν στην κορυφή της Δίρφης, όπως ορισμένοι διαδίδουν· αντίθετα, το λογικό θα ήταν να έκειτο χαμηλότερα, σε κάποιο πλάτωμα στις πλαγιές ή στους πρόποδες.
  • Ο Ευφορίων, Χαλκιδέος ποιητής του 3ου/2ου αι. π.Χ., χαρακτηρίζει τη Δίρφη τραχεία ("Δίρφυν ἀνὰ τρηχεῖαν", απόσπ. 73.1), με την έννοια ότι είναι απότομη και βραχώδης.
  • Ο Σιμωνίδης ο Κείος, ποιητής του 5ου αι π.Χ., σε ένα επιτύμβιο επίγραμμά του αφιερωμένο στη μνήμη πεσόντων Αθηναίων οπλιτών, δίνει την πληροφορία ότι τους βρήκε ο θάνατος κάτω από την πτυχωτή πλαγιά της Δίρφης ("Δίρφυος ἐδμήθημεν ὑπὸ πτυχί", Επιγράμματα, 16.26.1).
  • Ο Ευριπίδης, ο μεγάλος τραγικός ποιητής του 5ου αι. π.Χ., στην τραγωδία του Ηρακλής, αναφέρει την παράδοση ότι το βασιλιά Λύκο, ο οποίος σκότωσε το βασιλιά Κρέοντα και σφετερίστηκε το θρόνο της Θήβας, τον είχε θρέψει η Δίρφυς η Αβαντίς, δηλαδή ότι ο Λύκος είχε γεννηθεί και μεγαλώσει στη Δίρφη της Εύβοιας ("Δίρφυν τ' ἐρωτῶν ἥ σ' ἔθρεψ' Ἀβαντίδα", στ. 185).
  • O Λυκόφρων, Χαλκιδέος λόγιος και ποιητής του 4ου/3ου αι. π.Χ., στην τραγωδία του ΑλεξάνδραΚασσάνδρα), μνημονεύει του Διρφωσσού και των Διακρίων τα σπήλαια ("Διρφωσσοῖο καὶ Διακρίων γωλειὰ", στ. 375-376). Από τα συμφραζόμενα (βλ. στ. 373-386) φαίνεται ότι ο Διρφωσσός και τα Διάκρια είναι όρη της Εύβοιας, οι πλαγιές των οποίων (ενν. οι ανατολικές) καταλήγουν βραχώδεις στο Αιγαίο. Ο Λυκόφρων, εν προκειμένω, κάνει λόγο για τα ξεβρασμένα πτώματα των Ελλήνων (Αχαιών) ναυαγών στις θαλασσοσπηλιές των δύο αυτών ορέων. Τα Διάκρια όρη πρέπει να ταυτίζονταν με τον Πυξαριά, την επιμήκη παραφυάδα της Δίρφης, η οποία "διακρίνει" (διαχωρίζει) το κεντρικό από το βόρειο τμήμα της Εύβοιας, έχοντας όντως και πολλές θαλασσοσπηλιές προς το Αιγαίο. Το ορωνύμιο Διρφωσσός δεν μαρτυρείται από άλλον αρχαίο συγγραφέα, αλλά εφόσον ανήκει σε ευβοϊκό όρος, αυτό δεν θα μπορούσε ασφαλώς να είναι κάποιο άγνωστο ή ανώνυμο όρος, παρά αυτή τούτη η Δίρφη, με τις γνωστές άλλωστε θαλασσοσπηλιές της στο Αιγαίο. Είναι δε εμφανής η πρόθεση του ποιητή να προσδώσει επικό χαρακτήρα στο όνομα, εξού και η επική κατάληξη "-(σσ)οιο" στη γενική (πβλ. Παρνησσοῖο, κατά τον Ησίοδο κ.ά.). Ωστόσο, έχει υποστηριχθεί από μια μικρή μερίδα μελετητών και η άποψη ότι ίσως ο Διρφωσσός είναι ποταμός της Δίρφης και ορισμένοι έχουν σπεύσει να τον ταυτίσουν με το ποτάμι των Στροπώνων, χωρίς πάντως αξιόλογα επιχειρήματα.
© Δημήτρης Μπαρσάκης, 2014